Now Reading
H Ανοιξιάτικη Μύκονος της Δάφνης Χρονοπούλου

H Ανοιξιάτικη Μύκονος της Δάφνης Χρονοπούλου

Πριν αρχίσουν να καταφθάνουν τα καλοκαιρινά στίφη των ξένων, το νησί διατηρεί τους ρυθμούς της καθημερινότητάς του. Η “Μυκονιώτισσα” -και όχι Μυκονιάτισσα- Δάφνη Χρονοπούλου μας ξεναγεί στην δικιά της – πιο εσωστρεφή, ανοιξιάτικη Μύκονο. Την ευχαριστούμε πάρα πολύ!

Η Μύκονος την Άνοιξη

Από την Καθαρή Δευτέρα ως του Αγίου Πνεύματος είναι η εποχή που το νησί ανοίγει σα λουλούδι μετά τους σκοτεινούς μήνες του χειμώνα, που τους περνάμε με μεγάλες βόλτες στις έρημες παραλίες και στα χωράφια, με φίλους στα σπίτια μας και στα λίγα μαγαζιά που μένουν ανοικτά. Με τις πρώτες βιολέτες, που ανθίζουν στα ρείθρα των δρόμων και στις σχισμές των βράχων, εμφανίζεται κι η πρώτη κίνηση. Το νησί ασβεστώνεται, οι βιτρίνες στήνονται και τα μαγαζιά ετοιμάζονται για το καλοκαίρι.

Η Μύκονος δε θα ήταν αυτή που είναι δίχως τους ανθρώπους της, που από παλιά τους χαρακτηρίζει μια ιδιότυπη ανοχή για το ‘Αλλο, το διαφορετικό, που το δέχονται και το ανέχονται δίχως να αισθάνονται ότι απειλούνται από αυτό. Μπορεί να είναι το πειρατικό της παρελθόν, μπορεί το ότι επειδή Τούρκους δε γνώρισε, οι κάτοικοι δεν είδαν τη θρησκεία σαν ταυτότητά τους που χρειάζεται να υπερασπιστούν, μα εδώ ένιωσα μια πρωτόγνωρη ελευθερία και ένα αίσθημα ασφάλειας που με κέρδισε.

«Τυχερή που είσαι» μου λένε συχνά, επειδή έφυγα από τη ζωή της πόλης. Δεν είναι τύχη απαντώ, αλλά επιλογή. Μυκονιώτισσα είμαι, όχι Μυκονιάτισσα, εξηγώ, παραφράζοντας τον όρο Αιγυπτιώτες που χρησιμοποιούσε ο Καβάφης για τους κατοίκους Αιγύπτου αλλά όχι Αιγύπτιους.

Γεννήθηκα στο κέντρο της Αθήνας κι εκεί μεγάλωσα, ύστερα σπούδασα στην Αγγλία κι έζησα στο Λονδίνο. Η Ελλάδα είναι Αθηνοκεντρική. Για δουλειές, γιατρούς ακόμα και σπουδές, η Αθήνα ή οι μεγάλες πόλεις δυστυχώς είναι αναπόφευκτες· όσο όμως η δουλειά μας δεν το απαιτεί πιστεύω αξίζει η απόφαση. Δεν το μετάνιωσα.

Φωτό Αντώνης Λεμονάκης

Ήταν σα μεγάλος έρωτας. Φοβόμουν να δεσμευτώ, έλεγα προτιμώ να νοικιάζω ώστε, αν δε μου αρέσει πια, να φύγω δίχως να δηλητηριαστούν οι αναμνήσεις μου. Όμως έμενα όλο και πιο πολύ, ώσπου βρέθηκα να παγώνω μια Πρωτοχρονιά στο σπίτι που νοίκιαζα για τα καλοκαίρια. Μια φίλη πουλούσε ένα παλιό ‘χωριό’ απείραχτο από το 1970 που το αγόρασε και το ανακαίνισε προσθέτοντας ηλεκτρικό και μπάνιο. Το αγόρασα μέσα σε δεκαπέντε μέρες κι από τότε, το 2000, έγινε μόνιμη κατοικία μου.

Η Μύκονος δεν έχει χωριά. Έχουμε την Πόλη με το παλιό λιμάνι και την Άνω Μερά. ‘Χωριό’ εδώ ονομάζεται η πολύ χαρακτηριστική κυκλαδίτικη μονώροφη αγροικία που συνήθως αποτελείται από δωμάτια κι αυλές που προστέθηκαν στη διάρκεια των χρόνων κατά τις ανάγκες της οικογένειας. Εκκλησάκι για τα οστά των προγόνων, κελί για το πανηγύρι στη γιορτή του νοικοκύρη, περιστεριώνας…

Το δικό μου έχει αλώνι, πηγάδι, αμπελάκι, αμυγδαλιά, μεγάλη ελιά και τα δωμάτια σε γωνία με πλάτη στο βοριά. Όπου είχε περιβόλι σήκωναν ψηλούς τοίχους και τέτοιο μεγάλο τοίχο έχω από την πλευρά του κοινοτικού δρόμου ενώ από πάνω με σκιάζουν μεγάλα βράχια απ’ αυτά που στην αρχαιότητα έλεγαν ότι ξέμειναν μετά τις τιτανομαχίες. Θέα μου η θάλασσα από ψηλά με παραλίες και η Πόρτα της Ληνώς που έκανα και τίτλο στο βιβλίο μου που αφιέρωσα στη Μύκονο.

Στη μυκονιάτικη ύπαιθρο σώζονται ακόμα τα ερείπια αρχαίων τετράγωνων  ή στρογγυλών πύργων, που πιθανολογείται ότι ανήκαν σε κάποιο αμυντικό σύστημα του νησιού: Ο πύργος που είναι στη Ληνώ διατηρεί τη βάση του με ίχνη οχυρωματικού περιβόλου και δύο πρωτοχριστιανικά εκκλησάκια παραδίπλα.  Η Πόρτα διατηρεί την ‘πορτωσιά’ που σχηματίζουν τρεις μεγάλοι λαξευμένοι γρανιτόλιθοι. Με προσανατολισμό Ανατολή/Δύση και θέα τη Δήλο, ήταν ίσως η πύλη εισόδου στη Ληνώ, μια απ΄ τις αρχαίες πόλεις του νησιού.
Η λέξη Ληνός/Ληνώ που ως σήμερα  σε κάποια μέρη σημαίνει πατητήρι ή Τρύγος, εμφανίζεται πολλές στη Βίβλο (και στη μετάφραση των Ο’ και στου Νεοφύτου Βάμβα).

Μια ταινία…

Οι Άνθρωποι

Στο νησί έχουμε ποικιλία, μια ενστρωμάτωση ‘φυλών’ με είδη ανθρώπων που συγκατοικούν αρμονικά.

Από τη σελίδα MYKONOs Tribe 80’s & 90’s

Μια από τις ‘φυλές’ είμαστε εμείς οι Νομάδες της Μυκόνου, όπως μας ονόμασε μια ανθρωπολόγος που μας μελέτησε κι έγραψε ένα βιβλίο μ’ αυτό τον τίτλο. Καλλιτέχνες που έφτασαν στο νησί από όλη τη γη ή ταξιδιώτες που ξέμειναν από το μακρύ ‘hippy trail’. Κάποιοι άνοιξαν μαγαζιά, ή αγόρασαν σπίτια, ή έκαναν παιδιά. ‘Αλλοι, εγκατασταθήκαμε μόνιμα ενώ άλλοι άλλαξαν ζωή όμως το χνάρι είναι πάντα εδώ στα  βιβλία, τη μουσική, τα ζωγραφικά έργα μας, τις ιδέες, τη γιόγκα και τα μουσικά γκρουπ, κι έτσι ιδέες, γούστο, τρόπος ζωής επηρέασαν αυτό που σήμερα βλέπει στη Μύκονο ο κάτοικος ή ο επισκέπτης.

Μια ημέρα

Δεν κοιμάμαι νωρίς. Τις νύχτες διαβάζω ως αργά στην απόλυτη ησυχία και ξεχνιέμαι μέχρι που ακούω τα πρώτα πουλιά λίγο πριν ξημερώσει. Όμως ακόμα κι αν μείνω σπίτι μ’ ευχαριστεί να ξέρω ότι όποια ώρα κι αν θελήσω να βγω θα βρω να με περιμένει ένας κόσμος ξύπνιος στον οποίο βγαίνεις μεσημέρι για να φας με ένα φίλο και επιστρέφεις την επόμενη μέρα.

Νωρίς το πρωί στο Γιαλό είναι διαχρονική αξία το καφενείο του Μπακόγια μπροστά στη μπάγκα της ψαραγοράς όπου βγάζουν το φρέσκο ψάρι οι ψαράδες. Καφές και ομελέτες για τους τουρίστες κι ύστερα ουζάκια με φρέσκους μεζέδες, αφού πλάι στα ψάρια στήνουν κι οι αγρότες λαχανικά και λουλούδια για πούλημα κι έχει και ψώνια και χάζι καθώς περαστικοί σταματούν να καμαρώσουν ψαριά ή ανθοδέσμες. Ως τις 11.00 που η μπάγκα ξεπλένεται, οι αγρότες γυρίζουν στους ‘κήπους’ τους κι η Πόλη αρχίζει να γεμίζει.

Λίγο πιο μέσα είναι η Βιβλιοχώρα το βιβλιοπωλείο μας (που έχει και τα βιβλία μου) και μάς φέρνει κι ό,τι παραγγέλνουμε για τη Λέσχη Ανάγνωσης, για την οποία ο συγγραφέας Παναγιώτης Κουσαθανάς μάς φιλοξενεί στη Βιβλιοθήκη του, στο πατρικό του, πλέον κληροδότημα Στέγη Μελέτης Πολιτισμού και Παράδοσης, στην άλλη πλευρά της Πόλης, στη Φάμπρικα απ’ όπου φεύγουν τα λεωφορεία για τις νότιες παραλίες.

Σινέ Μαντώ

Ανεβαίνοντας για τη Φάμπρικα, αξίζει μια στάση στον Κήπο Μελετοπούλου, μια όαση δροσιάς σε ενάμισι στρέμμα πράσινου,  για καφέδες, μεζεδάκια και τα βράδια κινηματογράφο στο Cine Manto , που πήρε το όνομά του από τη Μαντώ Μαυρογένους, τη Μυκονιάτισσας ηρωίδα του 1821.

Στον παλιό περιφερειακό πάνω από το Παλιό Λιμάνι και δίπλα στο Ταχυδρομείο είναι και το πολύ αγαπητό Cafe Vero, ιδανική στάση ανάμεσα σε δουλειές βγαίνοντας από την Πόλη. Φιλικό κι εγκάρδιο είναι ανοιχτό όλη την ημέρα με καφέ, ποτά και μουσική. Και πιο ψηλά, στη Δροσοπεζούλα (όπως λένε οι ντόπιοι το σημείο μετά τη διασταύρωση του  Νέου Περιφερειακού με το δρόμο της Άνω Μεράς) είναι το επίσης ευχάριστο Central, με τα εξαίσια ηλιοβασιλέματα από τα παράθυρά του, ένα ευρύχωρο Café και bar, ανοιχτό από πρωί ως αργά τη νύχτα

Η Άνω Μερά

Το πρωινό στο Μύκονο σερβίρεται όλη την ημέρα όσο αργά κι αν ξυπνήσουμε. Δίχως ωράρια, από το μεσημέρι ως αργά το βράδυ, είναι ανοιχτές κι οι ταβέρνες στην Πλατεία της Άνω Μεράς που, πεζοδρομημένη, είναι μια όαση για γονείς που αφήνουν ξέγνοιαστοι τα παιδιά να παίξουν.

Εκεί είναι και το παλιό Μοναστήρι της  Παναγίας  αλλά και το αγαπημένο μου μικρό εκκλησάκι του Άγιου Ονούφριου που για χρόνια άναβα το καντήλι του μπαίνοντας με το κρυμμένο κλειδί.

Η πλατεία έχει γύρω-γύρω εστιατόρια. Συστήνω το Βαρδάρη του Μιχάλη, μα το καθένα έχει τη θέση του στον ήλιο κυριολεκτικά διότι καθώς γέρνει πίσω από την πλατεία διαλέγουμε ανάλογα την ώρα αν προτιμάμε ζέστη ή δροσιά.

Στην Άνω Μερά επίσης είναι και το Nadia’s House of Beauty για grooming ανδρών και γυναικών (manicure/pedicure, πρόσωπο, σώμα κ.λ.).

Κυριακή πρωί κάτω από την Πλατεία έχει μεγάλη αγορά με φρέσκα προϊόντα μυκονιάτικα αλλά και πλανόδιους με καλάθια, χαλιά και καρέκλες με ψάθα.

Οι παραλίες

Τα μυκονιάτικα νερά είναι κρυστάλλινα. Καθαρά αλλά πολύ κρύα, γι αυτό οι παραλίες δε γεμίζουν πριν καλοκαιριάσει.

Συνήθως διαλέγουμε παραλία από τον καιρό. Με βοριά στις νότιες, με νοτιά στις βόρειες και στους άλλους καιρούς υπομονή διότι δεν κρατάνε  για πολύ.

Η παραλία Παράγκα, νότια της πόλης της Μυκόνου

Η Tasos Taverna του Γιώργου Αντωνόπουλου στη Παράγκα

Στο Νότο παλιά αγαπημένη η Παράγκα στην οποία μαζευόμαστε οι Νομάδες, ιδίως Άνοιξη πριν στηθούν ομπρέλες και ξαπλώστρες και πριν δυναμώσουν τα ντεσιμπέλ των beach bar. Κλασική η TASOS TAVERNA του Γιώργου Αντωνόπουλου με ψητά, ψάρια και  εξαιρετικά θαλασσινά με πάστα, ειδυλλιακά βράδυα ή πρωινά με τάβλι.

Η χερσόνησος Δίμαστο χωρίζει τον όρμο Καλαφάτη από την παραλία Καλό Λιβάδι

Πολύτιμο μυστικό είναι και τα Διβούνια των Άγριων. Πηγαίνοντας για Καλαφάτη, στρίβουμε δεξιά για τα Διβούνια, τη χερσόνησο που λόγω του σχήματός της λέγεται και Δίμαστο της Αφροδίτης. Με μια στροφή του τιμονιού είναι σα να βρεθήκαμε σε άλλο νησί, ερημικό και άλλη εποχή δίχως μεγάφωνα και ορόφους και πλαστικά. Οι Άγριοι βγαίνουν με τα καΐκια τους στη θάλασσα και θα σας προσφέρουν το πιο φρέσκο ψάρι με λαχανικά φρέσκα, ντόπια. Επίσης, για μια βουτιά όσο ψήνεται το ψάρι μας, τα νερά είναι μαγευτικά διότι λόγω της θέσης της χερσονήσου πάντα υπάρχει σημείο απάνεμο.

Βράδυ

Δεν είμαι από εκείνους που ψάχνουν το «σπιτικό» φαγητό έξω και αποφεύγω όσα συστήνονται ως «μαμαδίστικα» ή τα συνοδεύει ο μύθος πως «μαγειρεύει μια γιαγιούλα». Όμως υπάρχουν εξαιρέσεις και μια από αυτές είναι Το Μαερειό. Από ντόπια φρέσκα προϊόντα, πιάτα παραδοσιακά όπως φάβα, κοκκινιστό, κεφτεδάκια ή τοπικά, όπως οι χουχουλιοί (σαλιγκάρια) κι οι μανίτες (μανιτάρια) σερβίρονται σε ιδιαίτερα φιλική ατμόσφαιρα και καλές τιμές έτσι που όσο προχωρά το βράδυ ζωντανεύει το μακρύ μπαρ στο οποίο τρώω και μόνη κι η αίθουσα γίνεται μια παρέα.

Στον ίδιο δρόμο λίγο πιο πάνω είναι κι η AVRA, της Σάρας και του Νίκου, με θέα πανοραμική αν βρείτε τραπέζι στο υπερυψωμένο πεζοδρόμιο ή μαγική οικειότητα στην κλειστή αυλή με το πράσινο μέσα από τους ψηλούς τοίχους. Με φαγητό όχι μόνο ελληνικό αλλά και καρυκευμένο με επιρροές από ταξίδια σε Ανατολή και Δύση.

Τέτοιο δικό μας αγαπημένο μαγαζί είναι και η Appaloosa με τις θρυλικές ‘frozen margaritas’ (λεμόνι ή φράουλα) και την ενημερωμένη κουζίνα που ξεκίνησε tex-mex αλλά περιλαμβάνει πολλά μυκονιάτικα υλικά και πιάτα. Φιλική ατμόσφαιρα, βράδια που καταλήγουν σε γιορτή, ευρύχωρο μπαρ για κουβέντα με γνωστούς κι αγνώστους και, όχι σπάνια, ζωντανή μουσική από τα τοπικά μας γκρουπ.

Για clubs εγώ δε θα πω, είναι πολλά κι ο καθένας έχει τα γούστα και τις παρέες του. Αλλά για ποτό, πριν ή μετά το φαγητό μου αρέσει να κάθομαι στο Passo Doble όπου με  καλό κρασί ή το ποτό μας καθισμένοι στα δυο έξω τραπεζάκια παρακολουθούμε το ανθρώπινο ποτάμι να περνά από μπροστά μας σα σε πασαρέλα.

Αξίζει να δει ο επισκέπτης

Στο Αρχαιολογικό Μουσείο πλάι στα μόνιμα εκθέματα παρουσιάζονται και εκθέσεις όπως η εντυπωσιακή συλλογή κυκλαδικών κοσμημάτων [παλιών και νέων από της λίθινης εποχής ως τις μέρες μας:  Vanity: Ιστορία και Μύκονος συναντιούνται στα κοσμήματα] που ακόμα την προλαβαίνετε.

Στη Δημοτική Βιβλιοθήκη (αν και όχι ανοιχτή ή συμμετέχουσα στα πολιτιστικά όσο και όταν θα μου άρεσε) φυλάγονται σπάνιοι τόμοι μέσα σε ένα αρχοντικό εξέχουσας κυκλαδίτικης ομορφιάς.

Δημοτική βιβλιοθήκη

Το νησί έχει πολλές γκαλερί και καλλιτέχνες που κατοικούν ή παραθερίζουν εδώ κι η Δημοτική Πινακοθήκη στο Ματογιάννι φιλοξενεί εκθέσεις που αλλάζουν πολύ συχνά ζωντανεύοντας με συζητήσεις για την Τέχνη την πλατιά βεράντα πάνω στο Ματογιάννι.

Έργο της Carrol Wells

Από τους δικούς μας καλλιτέχνες, της φυλής των Νομάδων, συστήνω να μη χάσετε την ΚΑΡΟΛΙΝΑ (Carrol Wells), Αμερικανίδα που για δεκαετίες ζωγραφίζει το νησί, και εύκολα θα αναγνωρίστε έργα της στα περισσότερα μαγαζιά ή σπίτια μας. Δεν κάνει εκθέσεις αλλά αν είστε τυχεροί θα την πετύχετε, καθισμένη στο Γιαλό με γύρω φρέσκα έργα της, να πουλάει κουβεντιάζοντας με περαστικούς τουρίστες ή με φίλους στα άψογα ελληνικά της.

Στα μαγαζιά και στα σπίτια μας επίσης θα συναντήσετε  δουλειά του Μεξικάνου, πλέον Μυκονιώτη, Luis Orozco  για τον οποίο ο σκηνοθέτης Δημήτρης Καλφάκης έκανε πέρσι το ντοκιμαντέρ Mi querido Luis (Μy Beloved Luis)Ο Orozco είναι 56 χρόνια στο νησί. Παντρεύτηκε τρεις φορές, έκανε παιδιά, χώρισε, χήρεψε, πένθησε μα έμεινε πάντα πιστός στην Τέχνη του και στα στενά της Πόλης όπου με ένα κόκκινο κρασί και φίλους περνά τα βράδια του. Οι νύχτες μου με το Λούις είναι μαγικές. Με κουβέντες για την Τέχνη και τον κόσμο, τραγούδια  Λάτιν που αγαπά αλλά και όλα τα ελληνικά που τα παίζει στην κιθάρα και θυμάται τους στίχους καλύτερα από εμένα, έχουμε μεθύσει και χορέψει και γλεντήσει οι δυo μας και με παρέες ως το πρωί.

Eπίσης συστήνω να ψάξετε τα λεπτοφτιαγμένα μωσαϊκά τής Monika Derpapas που, εκτός από διακοσμητικά θα τα δείτε και ως διακριτικές ταμπέλες μαγαζιών που ακολουθούν νόμους και κανόνες για σεβασμό της παραδοσιακής μορφής του νησιού και ιδίως της Πόλης.

Διαφορετική και πολύ ενδιαφέρουσα είναι και μια επίσκεψη στα εγκαταλελειμμένα Μεταλλεία. Η Μυκομπάρ με τους μεταλλιώτες της είναι μια πλευρά της ιστορίας του νησιού που δεν είναι πολύ γνωστή αλλά είναι ενδιαφέρουσα και συνετέλεσε στην εξάπλωση του τουρισμού λόγω της διάνοιξης των δρόμων.

Ακριβώς από κάτω, αν σας αρέσει λίγο περπάτημα, έχει και μια από τις πάμπολλες μικρές ερημικές παραλίες του νησιού.

Αλλιώς μπορείτε να συνεχίσετε με το αυτοκίνητο ως το Βίωματα μοναστηριακά αμπέλια από τα οποία βγαίνει το κρασί Παραπορτιανό. Τα σταφύλια αναπτύσσονται με μουσική του Mozart κι εμείς, με ραντεβού, μπορούμε να περάσουμε εκεί την ημέρα μας με ξενάγηση, φαγητό και, βεβαίως, άφθονο κρασί. Κι αν τύχει να είστε στο νησί στον Τρύγο θα χαρείτε το πανηγύρι στο οποίο μάς περιποιείται γενναιόδωρα, κάθε χρόνο, ο ιδιοκτήτης  Νίκος Ασημομύτης με εξαιρετικά εδέσματα και μουσική από Μυκονιάτες σαμπουνιέρηδες.

Αγορά

Θα βρείτε Hermes και Gucci και νέους σχεδιαστές αλλά δε θα σας προτείνω αυτά. Διότι όπως κι αν ντύνεστε, στη Μύκονο δίχως παρεό δε γίνεται να χαρείτε τις παραλίες ούτε να προστατευθείτε από τις ξαφνικές ριπές του ανέμου. Είναι παλιά παράδοση από την εποχή που οι ταξιδιώτες τα έφερναν από τις Ινδίες. Αναζητήστε μόνο τα αυθεντικά  που, σ’ εμάς τους Νομάδες φέρνουν φίλοι πλανόδιοι ταξιδιώτες σαν τον Μπομπ (που πια επίθετό του έγινε το:  Ο Pareos) ή τα διαλέγουμε από τη μεγάλη ποικιλία που ανεμίζει έξω απ’ το μικροσκοπικό El Pareoτου Λουκά, στο κέντρο της Πόλης (απέναντι από το Passo Doble).

Τα τελευταία χρόνια έχουμε μια αύξηση φροντισμένων τοπικών προϊόντων υψηλής ποιότητας.

Ο κήπος Ξυδάκη και κάτω κάποια από τα προϊόντα του

Εκτός του πολύ γνωστού Παραπορτιανού κρασιού, ψάξτε για τα κρασιά του Κήπου Ξυδάκη αλλά και τις μαρμελάδες του (στο  πασίγνωστο super market Flora ή στο μανάβικο του Α. Νάζου Ο Μπαξές του Κρομμύδα.

Στο Μενάγια και τα άλλα κρεωπωλεία θα βρείτε λούζα ή τα φημισμένα λουκάνικα Μυκόνου που έχουν ετοιμαστεί στα χοιροσφάγια του περασμένου χειμώνα με τραγούδια κι άφθονο ποτό.

Μυκονιάτικη λούζα,, φωτό από τη σελίδα ΦΒ της Ειρήνης Ζουγανέλη

Φημισμένα είναι τα αμυγδαλωτά και η σουμάδα που αξίζει να πάρετε μαζί φεύγοντας αλλά, αν προσκληθείτε σε σπίτι μυκονιάτικο, θα εκτιμηθεί περισσότερο να τιμήσετε το Κυκλάμινο, αγαπημένο κλασικό ζαχαροπλαστείο που τα καλαθάκια του τα πρόσφεραν γενιές και γενιές παιδιών στους συμμαθητές σε γιορτές και γενέθλια.

Προϊόν με ονομασία προέλευσης είναι η Κοπανιστή (και μόνο  η Μυκόνου είναι κατοχυρωμένη) που, για όσους τη βρίσκουν καυτερή τη γλυκαίνουμε με λίγο καλό λάδι στο σερβίρισμα. Αν όμως δε θέλετε αλμυρά, πολύ νόστιμα είναι το ξινότυρο, μαλακό για μεζέ ή ξεραμένο για μακαρόνια και σαλάτες, κι η τυροβολιά, φρέσκια σε μόστρα με πελτέ ντομάτας, ή ψημένη είτε σε κρεμμυδόπιτα με το πολύ μάραθο είτε γλυκιά σε μελόπιτα.

Τα τελευταία χρόνια  φτιάχτηκε και το Τυροκομείο Μυκόνου  που, σε συσκευασίες βολικές για μεταφορά, εκτός από τα τυριά φτιάχνει και γιαούρτι από γάλα του νησιού.

Όλα αυτά τα βρίσκετε σε μανάβικα και super markets που πολλοί αγρότες δίνουν τα προϊόντα τους και φρέσκα αυγά ανάλογα την εποχή. Μην το ξεχνάμε εξ άλλου, εκτός της υπερ-ενημερωμένης κάβας, είμαστε, απ’ ό,τι μου είπαν, ο μόνος τόπος που έχει dj και φωτισμούς μυστήριους στο κοσμικό μας super-market.

Εκδρομή στη Δήλο

Στο πρώτο νόμισμα της Μυκόνου  βλέπουμε ένα τσαμπί σταφύλι, κριθάρι και το Διόνυσο. Φαίνεται ότι από τα αρχαία χρόνια να ήμασταν τόπος γλεντιού και σαρκικών απολαύσεων. Μα όπως σήμερα πλάι μας έχουμε το ιερό νησί της Παρθένου έτσι και στην αρχαιότητα είχαμε την ιερή Δήλο πατρίδα του Απόλλωνα και της Άρτεμης, τόπο στον οποίο απαγορευόταν να γεννηθεί ή να ταφεί ο άνθρωπος.

Μετά τα γλέντια και τα ξενύχτια της διονυσιακής Μυκόνου είναι βάλσαμο η επίσκεψη στο απολλώνιο.

Η Δήλος είναι τόπος μαγικός για περπάτημα στα στενά της γειτονιάς του αρχαίου θεάτρου με τα μωσαϊκά στις στέρνες, τα αγάλματα της Ρωμαίας κυρίας Κλεοπάτρας και του συζύγου της που στέκονται στην αυλή τους  πίσω από το πηγάδι που ακόμα έχει νερό.

Μου αρέσει να πηγαίνω μόνη ή με ένα δυο φίλους για να συγκεντρωθώ στη σκέψη μου καθώς ανεβαίνω ως το ναό της Ίσιδος και το Σεράπειο. Καραβάκια φεύγουν κάθε πρωί από το Γιαλό, στο Παλιό Λιμάνι και επιστρέφουν ως το μεσημέρι διότι απαγορεύεται η διανυκτέρευση στον αρχαιολογικό χώρο.

Αν όμως έχετε παρέα ή γιορτή, για κάτι διαφορετικό συστήνω το Φοίβο το όμορφο παραδοσιακό καΐκι που με καλό κρασί, ποτά κι ό,τι εδέσματα συμφωνήσετε θα σας πάει με την παρέα σας πρώτα να δείτε τα αρχαία και το Μουσείο και ύστερα ως το απόγευμα σε παραλία ερημική και μυστική. To καΐκι είναι συντηρημένο με μεράκι από τον Μυκονιάτη πλοιοκτήτη καπετάνιο που, προσωπικά αλλά με διακριτικότητα, ξέρει να φροντίζει να μας μείνει αλησμόνητη η εμπειρία.

Λίγα λόγια για τη Δάφνη Χρονοπούλου

Η Δάφνη Χρονοπούλου, συγγραφέας και blogger, ζει στη Μύκονο. Συμμετέχει σε  κινήσεις πολιτών (Ανακύκλωση, Εθελοντικά Μαθήματα) και είναι ενεργό μέλος συλλόγου πρώην χρηστών παράνομων Ουσιών. Πιστεύει στην ενεργή συμμετοχή των πολιτών στις αποφάσεις που τους αφορούν και στον αγώνα για περισσότερα ανθρώπινα δικαιώματα και ελευθερίες. Είναι ραδιοφωνική παραγωγός, αρθρογραφεί και κάνει μεταφράσεις σε λογοτεχνικά περιοδικά.

Ως τώρα έχουν εκδοθεί 6 βιβλία της.
Το πιο πρόσφατο: ‘Τα 40 Του Θανάτου ‘ (εκδόσεις Γαβριηλίδη)
H διεύθυνση του blog της είναι: https://daphnechronopoulou.blogspot.gr

© 2020 Travels by Travelers - All Rights Reserved

Scroll To Top